Έλλην - vertaling naar Engels
Display virtual keyboard interface

Έλλην - vertaling naar Engels


Έλλην         
Greek
Greek      
n. ελληνικός, έλλην, ελληνικά, έλληνας, ελληνίδα

Wikipedia

Έλλην
Ο Έλλην σύμφωνα με την αρχαία Ελληνική μυθολογία και ήταν ο γενάρχης των Ελλήνων. Ήταν γιος του Δευκαλίωνος (ή σε κάποιες αναφορές του ίδιου του θεού Διός) και της Πύρρας, αδελφός του Αμφικτύονος και πατέρας του Αιόλου, του Ξούθου, και του Δώρου. Η γυναίκα του, μητέρα όλων των Ελλήνων, ήταν η Νύμφη Ορσηίς